Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Οκτώβριος, 2010

Δίπλα στο Τζάκι

Χορεύουν δίπλα μου παράφοροι χειμώνες και πεφταστέρια που μου δείξανε το φεγγάρι. Δίπλα στο τζάκι βυθισμένος για αιώνες, να ωριμάζω σαν κρασί μες το κελάρι. Μέσα απ’ τη φλόγα ξεπηδάει η μορφή σου κι όπως συνήθως έρχεσαι και μου κρατάς το χέρι. Το σώμα σου είναι αδειανό μα όχι κι ψυχή σου Και στη παλάμη μου άφησες ακόμα ένα αστέρι. Δίπλα στο τζάκι έμεινα για πάντα βυθισμένος να βλέπω απ’ το παράθυρο τον χρόνο να κυλάει. Κάτασπρος, βουβός μα πάντα ευτυχισμένος, Αφού το βλέμμα σου ένοιωθα να μου χαμογελάει. Ας κάνω λοιπόν την αρχή ανεβάζοντας τους στίχους από ένα δικό μου τραγούδι. Το είχα γράψει πριν από αρκετά χρόνια και τώρα τελευταία το ξέθαψα οπότε είπα να το μοιραστώ μαζί σας. Την μουσική δεν την έχω ακόμα σκεφτεί οπότε στην σημερινή ανάρτηση δεν θα έχετε να ακούσετε το τραγούδι παρά μόνο να αφοσιωθείτε στον στίχο και να μου στείλετε όσα περισσότερα σχόλια μπορείτε. Πείτε μου άφοβα τη γνώμη σας και όποιος τολμήσει να βάλει κάποια έστω και πρόχειρη μουσική (αν θεωρεί βέβα

Κρυφή Προσευχή (FF.C)

Μα κάπου στο βάθος βλέπεις ένα φως, ρωτάς γιατί, ο δρόμος κλειστός πίσω το τέρμα, μπροστά ο γκρεμός γι αυτό διαλέγω να ζήσω εκτός. Τι έχει γίνει ο κόσμος ψυχρός, περνάνε οι μέρες αλλάζει ο καιρός, και μέσα στα ίσως να ψάχνω το πώς και η χαρά μου να ζει προσεχώς. Τόσα χρόνια χαμένο παιχνίδι στη σκακιέρα τους πιόνια, τόσα χρόνια περιμένω τον ήλιο να λιώσει τα χιόνια, τόσα χρόνια ταγμένοι στο σήμερα στο τότε στο τώρα, τόσα χρόνια να κλαίει η γη το χαμένο της χρώμα Εγώ είμαι στο αλλού που έχει πια χαθεί, διαλέγω το τέλος να κάνω αρχή θυμάμαι φωνές που γίναν σιωπή θυμάμαι τα λόγια που άνοιγαν πληγή. Που είναι τα όνειρα που να χουν κρυφτεί που είναι η ελπίδα χαμένη και αυτή, που είναι το γέλιο που είναι η ζωή, σκόρπιες λέξεις, Κρυφή προσευχή Στο ταξίδι της ζωής μου πάντα μόνος ναυπηγός μ' ένα σκαρί σημαδεμένο, σταυρωμένος σαν Χριστός πληγές αγκάθια από τα λάθη που είναι πάνω μου καρφιά στην τελευταία προσευχή στρέφω το βλέμμα μου ψηλά ξέρω καλά πικρό ποτήρι πως

Καπετάν Σαφάκας (Ωχρά Σπειροχαίτη)

Προψές από τα Γιάννενα μεσ' απ' το κάστρο βγήκε και πήρε δίπλα τα βουνά, δίπλα τα κορφοβούνια Νύχτα και μέρα περπατεί δρόμους και μονοπάτια Μονάχος καταμόναχος γυμνός και πεινασμένος Εις την Τατάρνα έφτασε, στην εκκλησιά εμπήκε, Κι έταξε χρυσομάντηλο να φέρει να κρεμάσει Αν φτάσει πέρα στ' 'Aγραφα που είχε δικούς και φίλους Κι είχε φίλο γκαρδιακό τον καπετάν Σωτήρη Φίλον από μικρά παιδιά και βλάμην το Βαγγέλιο Έφτασε και τον εβρήκε και γλυκοφιληθήκαν Και τι τα θέλει τα φιλιά και τα γλυκά τα λόγια Την άλλη μέρα πέσανε τρία πικρά ντουφέκια Εκεί που τρώγαν κι έπιναν με την Σωτήρη Στράτο Ψιλή φωνίτσαν έβγαλε με ματωμένη γλώσσα: Βλάμη γιατί με σκότωσες, με πήρες στο λαιμό σου Λόγγοι βαΐστε και κλαριά, βουνά χαμηλωθείτε Να πάει στη μάνα μ' η φωνή, στη δόλια μου γυνα ίκα Και συ αγέρα πάρε την, ν' ακούσει ο κόσμος όλος Να μάθει πως εγλύτωσα απ' των Τούρκων τα νύχια Και μ' έφαγεν ο βλάμης μου, ο άπιστος ο Στράτος. Ωχρά σ

Πεχλιβάνης (Θανάσης Παπακωνσταντίνου)

Μια νύχτα θα 'ρθει από μακριά, βρε αμάν αμάν αέρας Πεχλιβάνης να μην μπορείς να κοιμηθείς, βρε αμάν αμάν μόλις τον ανασάνεις θα 'χει θυμάρι στα μαλλιά, βρε αμάν αμάν κράνα για σκουλαρίκια και μες στο στόμα θα γυρνά, βρε αμάν αμάν ρητορικά χαλίκια Θα κατεβεί σαν άρχοντας, βρε αμάν αμάν θα κατεβεί σαν λύκος να πάρει χρώμα και ζωή, βρε αμάν αμάν της μοναξιάς ο κήπος τα μελισσάκια θα γυρνούν, βρε αμάν αμάν γύρω απ' τις πολυθρόνες και το νερό το κρύσταλλο, βρε αμάν αμάν θα ρέει απ' τις οθόνες Αέρα να 'σαι τιμωρός, βρε αμάν αμάν να 'σαι και παιχνιδιάρης κι αν βαρεθεί η ψυχούλα μου, βρε αμάν αμάν να 'ρθεις να μου την πάρεις για να κοιτάει από ψηλά, βρε αμάν αμάν του κόσμου τη ραστώνη να ξεχαστεί σαν των βουνών, βρε αμάν αμάν το περσινό το χιόνι Το σημερινό μας τραγούδι το έχει γράψει και το ερμηνεύει ο θανάσης Παπακωνσταντίνου, ένας μοναδικός συνθέτης, στιχουργός και τραγουδιστής. Τα τραγούδια του εντάσσονται από το

Τετραγωνισμένα Φύλλα (Γιώργος Τσίγκος & Οι Μαύροι Κύκλοι)

Τετραγωνισμένα φύλλα φύλλα πουλημένης έκφρασης φιγουράρουν αποβλακωτικά πίσω από πάγκους με χυμένα σκουπίδια Έγινε το rock στίβες αποτσίγαρων από πελάτες pub που τραβολογιούνται από χιλιοτυπωμένες φάτσες λόγια και παραγγελιές για κανάλια φυγής Ταβέρνα , καφετέρια , pub στρατόπεδο , σπίτι Πάλι απ` την αρχή. Κόλλησαν όλα στο μυαλό μου σαν χυμένοι καφέδες ξεραμένοι στα ίδια λουστραρισμένα τραπεζάκια. Έμποροι μεταπουλούν την ευχαρίστηση με δόσεις άφιλτρων χειμάρων κοροϊδίας σ' αντάλλαγμα χρυσάφι και πιοτό για παραλλαγή Ο χοντρός με την κοιλιά με λιγουρεύεται πίσω απ` τον πάγκο ασθμαίνοντας μια ανάγκη μου κολλημένο κατοστλαρικο στη γυαλιστερή καράφλα του. Ένα τσιγαράκι ρε φίλε. Ένα τσιγάρο ακόμη. Να το κόψω. Να κόψω τον πονοκέφαλο που τσεκουρώνει ύπουλα το κανάλι των σπερμάτων. Φαντάρια με μπλουζάκια παρελθοντολογικών νοήσεων μηρυκάζουν χαμένες ανάσες μέσα σε στενά μπλού-τζιν που ξεβάφουν αίμα και θειάφι. Ξεράσματα ποτάσας ζητούν κατοικία ζά